δυσεντερία, -ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Hdt.8.115, Hp.Aph.6.3, BCH 66-67.1942-43.181 (Abdera IV a.C.), Aret.SD 2.9.1
• Grafía: graf. tard. δυσσεντ- Hippiatr.Lugd.166
medic. disentería
ἐπιλαβὼν δὲ λοιμός τε τὸν στρατὸν καὶ δ. ... ἔφθειρεHdt.l.c., cf. Pl.Tht.142b, I.AI 6.3,
ταλαιπωρεῖν ὑπό τε τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς δυσεντερίαςPlb.32.15.14,
δυσεντερίαι καὶ διάρροιαιHp.Aër.3, cf. Aff.23, Aph.3.12, Pl.Ti.86a, Arist.Pr.861b16, Aret.l.c.,
πρὸς δυσεντερίας καὶ τεινεσμούςDieuch.16.29,
τοῦ γὰρ θέρεος δυσεντερίαι τε πολλαὶ ἐμπίπτουσιHp.Aër.7, cf. Epid.1.15,
ἕως δυσεντερίας γενομένης καὶ κινδυνεύσασα ... ἔτεκε σάρκα ἣν καλοῦσι μύληνArist.GA 775b32,
δ. ἐστὶν ἕλκωσις ἐντέρωνGal.19.421, cf. 14.753, ref. una evacuación sanguinolenta, Gal.8.370, 18(1).724,
ἡπατικὴ δ.disentería hepática Alex.Trall.2.397.15, quizá de caballos y otros équidos BCH l.c., cf. Hippiatr.39.tít.