δυσγονία, -ας, ἡ


dificultad para concebir τοῖς ζῴοις ... περίοδοί τινες ποιοῦσιν εὐγονίας καὶ δυσγονίας σωμάτων τε καὶ ψυχῶν Procl.in R.2.12.20, cf. 19.8, 57.2.