δρᾰκόντειος, -ον
• Morfología: [tard. frec. -ος, -α, -ον]
1 del dragón, dragontino
κρημνῶν ἐκ δρακοντείωνde los montes del dragón en Tebas, E.Ph.1315,
ἅρμα δρακοντείοισιν ὑποζεύξασα χαλινοῖςDeméter, Orph.H.40.14,
πούςref. a Hécate, Luc.Philops.24,
ὀστέαHld.10.26.2,
δειραίAP 16.90,
κεφαλὴν ... δρακοντείαν ... μέγεθος οὖσαν ταύρου ... κατὰ κεφαλήνDam.Isid.140, cf. Ath.Al.M.27.336D
•de serpiente, serpentino
καμφθεῖσα δρακοντείοις ἴσα νώτοιςAP 12.257 (Mel.),
αἷμαPMag.4.2004,
ἐθείρηNonn.D.2.612, cf. Eun.Hist.42.53.
2 subst. ἡ δρακοντεία, v. δρακοντία.