< δρᾰκοντόκομος
δρᾰκοντολέτης >
δρακοντοκτονία
,
-ας, ἡ
matanza
,
muerte de la serpiente
Pitón
καθαρθεὶς δὲ Ἀπόλλων τὸν τῆς δρακοντοκτονίας φόνον
Sch.Pi.
P
.argumen.c.