δομήτωρ, -ορος, ὁ


constructor ἀπὸ τῶν τεκτόνων καὶ δομητόρων Sch.Lyc.48, δ. λιθοξόῳ ὑποχωρεῖ Rh.1.642.4, cf. δωμήτωρ.