διέσιον, -ου, τό
• Grafía: graf. διαίσιον
divorcio, repudio
διαισίῳ χρησάμενος ἀποπέμψειε ταύτηνIust.Nou.74.5, cf. Cod.Iust.1.3.52.15, Anecd.Ludw.118.12.
διαισίῳ χρησάμενος ἀποπέμψειε ταύτηνIust.Nou.74.5, cf. Cod.Iust.1.3.52.15, Anecd.Ludw.118.12.