διέρομαι
• Alolema(s): διεί- Il.1.550, Od.4.492, 11.463, 24.478, A.R.4.730


preguntar ταῦτα ἕκαστα διείρεο Il.1.550, cf. A.R.l.c., c. ac. de pers. μή με ... ταῦτα διείρεο Il.15.93, cf. Od.ll.cc., (ἐρώτησιν) διερέσθαι σε Pl.Phlb.42e, τῶν ἄλλων οὐδένα διήρετο D.C.38.4.4.