διάσχεσις, -εως, ἡ
mús. interludio Hsch., EM 340.6G.,
διάσχεσις· κροῦσμα μουσικόνSeleuc.49, cf. διάσχισμα
•separación
glos. a διάκρισιςSch.Opp.H.1.288.
διάσχεσις· κροῦσμα μουσικόνSeleuc.49, cf. διάσχισμα
glos. a διάκρισιςSch.Opp.H.1.288.