διάσημος, -ον
I muy claro, bien perceptible c. dat.
ἵνα μὴ δ. εἴη τοῖς πολεμίοιςD.H.19.12
•neutr. plu. como adv.
διάσημα γὰρ θροεῖS.Ph.209, tb. en sg.
διάσημον καὶ περιβόητον ἀπέφηνε τὴν εὐσέβειαν τοῦ προφήτουPh.2.178.
II
πλείστοις ἐγήματο τῶν διασημοτάτωνHippias B 4,
τῶν τε ἀπὸ τῆς συγκλήτου βουλῆς καὶ τῶν ἄλλως διασημοτάτωνEus.HE 9.9.9,
οἱ γονέων διασήμωνlos (nacidos) de padres notables Plu.2.1c, cf. Gal.1.12, Ps.Callisth.63.18, 24, Origenes Cels.1.29, Gr.Nyss.Eun.1.56,
γυνήBoeo en Ath.393e,
διασημότατος φιλόσοφοςD.L.2.112, cf. 47, c. determ.
κατά τε χεῖρα καὶ συνέσειI.BI 5.290,
εὐμορφίᾳI.AI 15.23,
ἐν τοῖς ἀγῶσιPlu.Dio 54,
γένει καὶ ἀξίᾳIEphesos 27.15 (II d.C.)
•tb. de dioses
ἡ διασημοτάτη θεὰ ΔημήτηρTAM 5.1335.5 (imper.)
•neutr. plu. como adv.
μεταπαρέλαβεν διασημότατα τὴν δαιδουχίανSEG 30.93.51 (Eleusis I a.C.)
•sup. como tratamiento eminentísimo, ilustrísimo
διασημότατος ἐπίτροποςPAbinn.3.1 (IV d.C.),
ἡγεμώνPFlor.33.9, POxy.1104.10 (ambos IV d.C.),
καθολικὸς τῆς ἈφρικῆςEus.HE 10.6.1, cf. IGR 3.887.10 (Cilicia), Gerasa 161 (III/IV d.C.), IG 22.4222.10 (IV d.C.), PN.York 1a.1, PSI 298.1 (ambos IV d.C.).
2 de cosas y abstr. muy especial o distinto, célebre, importante
διάσημον ἐσθῆτα φέρουσινStr.10.4.21,
κράνοςPlu.TG 17, cf. Lyd.Mag.1.17,
ἐμπόριαPeripl.M.Rubri 51,
ἔργονPlu.Aem.12,
ὄνομα τοῦ κυρίου διασημότερονAth.1e, cf. Theo Sm.129,
ἱερόνX.Eph.5.4.8,
ἡ διασημοτάτη Ἐρύθρου πόλιςIEryth.106.3 (imper.),
τί πράξας ἐπιφανὲς καὶ δ.Ath.215e,
αἱρέσειςOrigenes Cels.3.12.
III adv. -ως solemnemente
ἀεὶ δι]ασήμως ἀφηγούμενος τῶν νεανίσκωνIP 242.18 (II/I a.C.),
δ. καὶ διαπρυσίως ἐλάλησανSud.s.u. ἐπεκήρυξαν, cf. Gloss.2.101.