διστάδιος, -ον
de dos estadios de largo
ὁ εἰς Σαλαμῖνα πορθμόςStr.9.1.13 (cód.),
διάστημαApp.Hann.37,
ἰσθμόςApp.BC 4.60,
δίαυλος· ὁ δ. τόποςSud.
ὁ εἰς Σαλαμῖνα πορθμόςStr.9.1.13 (cód.),
διάστημαApp.Hann.37,
ἰσθμόςApp.BC 4.60,
δίαυλος· ὁ δ. τόποςSud.