< διπλασιεπιτριτέταρτος
διπλασιεφημιόλιος >
διπλασιεπίτριτος
,
-ον
de proporción 2 1/3
Nicom.
Ar
.1.22, Iambl.
in Nic
.49, 50, Ascl.
in Introd
.1.143.5,
δ. ἀναλογία
Theo Sm.110.