< δικαρυτίδα
δικασία >
δικάσημα
,
-ματος, τό
• Grafía:
graf. -σιμα
Cat.Cod.Astr
.10.244.6, Anon.
in Rh
.206.32
juicio
,
proceso
δικασίματα λύειν
Cat.Cod.Astr
.l.c., cf. 12.140.12, Anon.l.c.