δικαιονομία, -ας, ἡ
administración de justicia
ἕνεκεν ... δικαιοσύνας ἇς ἐποιήσαντο ἐν τᾷ δικαιονομίᾳIG 7.21.21 (Mégara II a.C.), cf. IMylasa 604.3 (rom.),
ἡ ἀφ' αὑτοῦ (τοῦ θεοῦ) δ.Ph.2.365.
ἕνεκεν ... δικαιοσύνας ἇς ἐποιήσαντο ἐν τᾷ δικαιονομίᾳIG 7.21.21 (Mégara II a.C.), cf. IMylasa 604.3 (rom.),
ἡ ἀφ' αὑτοῦ (τοῦ θεοῦ) δ.Ph.2.365.