διαφορέω
I c. idea de mov.
1 llevar de un lado a otro
τὸ τῶν ἰνῶν γένος ἐκ τῆς ἑαυτῶν ... τάξεωςPl.Ti.85c
•de palabras divulgar
τοῦ μέν τε κλέος εὐρὺ διὰ ξεῖνοι φορέουσιOd.19.333
•en v. pas. ser llevado de aquí para allá
διεφοροῦντο σαρκὸς ἐνδυτάE.Ba.746,
ἐν ἀγῶσι καὶ πολέμοις διαφορηθείςPlu.Tim.13
•simpl. ser llevado
ἀπὸ τῶν ξυμμάχων προσόδου ἧσσον διαφορουμένηςTh.6.91.
2 dispersar, esparcir
δαμάλας ... σπαράγμασινE.Ba.739,
τοὺς δὲ πτερωτοῖς ... τοξεύμασινE.HF 571,
σωρὸν ... διαφορῆσαι ῥᾴδιονDiph.100, en v. pas. s. cont., Critias B 62,
τὰ διαπεφορημένα καὶ διεστραμμένα τῶν εἰδώλωνlo disperso y distorsionado de las imágenes Arist.Diu.Som.464b13.
3 fig. alterar en v. pas.
ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς Ἥρας διεφορήθη τῆς ψυχῆς τὴν γνώμηνfue trastornado su juicio por su madrastra Hera (Heracles), Pl.Lg.672b, del ser inmutable
τὸ μήτε ... εἰς ὄγκον διαπεφορῆσθαιPorph.Sent.39.
II c. idea de violencia
1 llevarse objetos de robo o pillaje, arrebatar, de donde robar
χρήματα τὰ σὰ διαφορέειHdt.1.88,
διεφόρησαν τοὺς σταυροὺς παρ' ἑαυτούςTh.6.100, en v. pas.
ὧν κοινῇ διαπεφορημένωνde lo robado en común D.27.29
•fig. llevarse por delante, arrasar
ὕψος ... δίκην σκηπτοῦ πάντα διεφόρησεLongin.1.4.
2 saquear, someter a pillaje
ταῦταIs.6.39,
τὰς κτήσειςD.S.20.55,
(πόλεις)Plu.Brut.6, en v. pas.
οἶκοςHdt.3.53,
ἡ χώραD.19.315.
3 despedazar, destrozar
θηρὸς ἄρθραE.Ba.1210,
διαφορήσω σ'Ar.Eq.294,
πάνταPaus.9.2.4,
ὁ Αἴας λέγεται ταῖς ἀγέλαις ἐμπεσὼν διαφορῆσαί σφαςPhilostr.Her.19.5, en v. pas.
ὑπὸ κυνῶν τε καὶ ὀρνίθων διαφορεύμενονHdt.7.10θ,
ὁλκοῖς γε ταυρείοισι διαφορουμένηE.Fr.10.59P., cf. Paus.2.34.7, de edificios
τὰ πρόσλοιπα δὲ (τῆς στοᾶς) διαπεφορημένα κινδυνεύει εἰς ἔδαφος κατενεχθῆναιel resto (de la estoa) que está destrozado corre el riesgo de caer al suelo, IG 12(3).325.32 (Tera II d.C.),
τὸ ἡρῷον διαπεφορημένον κατεσκεύασεTAM 5.1375.2 (Magnesia del Sípilo III d.C.)
•fig. destrozar, echar por tierra
(ταῦτα) τύχη δέ τις ... διεφόρησενPl.Ep.337d,
ἦν ... πολὺς ἐν τῷ γελοίῳ διαφορῆσαιD.L.4.52, en v. pas.
τὼ δὲ πρεσβύτα ... διαφορηθῆναι θ' ὑφ' ἡμῶνAr.Au.338, cf. D.H.6.9.
III c. idea de supresión
1 disipar, disolver, deshacer
κραιπάλῃ δὲ τὴν κραιπάληνPlu.2.127f,
τὴν ... ὑγρότηταPlu.2.366c, cf. 914b, Gal.10.392,
τὴν ἄλλην τροφήνPlu.2.669b, en v. pas.
(αἱ σταγόνες)Aret.SD 2.1.10, cf. Alex.Aphr.Pr.1.68
•en v. med.-pas. derretirse
ὁ πάγοςGp.19.6.4
•medic. resolver
παρωτίδαςDsc.5.156,
πελιώματαDsc.5.11, cf. 1.30
•fig. dilapidar, agotar
τὰς προσόδουςIs.6.43,
πολλὰ τῆς οὐσίαςPlu.2.484a.
2 debilitar
καρδιακὸν γάρ με διαφ[ο]ρεῖ πάθοςDiog.Oen.117.7 (ap. crít.),
ὁ ... μερισμὸς διαφορεῖ ... τὴν ἑκάστου δύναμινProcl.Inst.86
•en v. med.-pas. debilitarse
συμβαίνει τοὺς κάμνοντας διαφορεῖσθαιGal.14.735,
κενοῦσθαί τε καὶ διαφορεῖσθαιref. al cuerpo vaciarse y debilitarse Gal.1.302,
γηραιοῦ τοῦ σώματος ... διαφορηθέντοςHld.7.11.4.
IV curar en v. pas.
ὑπὸ φαρμάκου δὲ διαφορεῖται καὶ ἵππος καὶ πᾶν ὑποζύγιονArist.HA 604b28, cf. Hippiatr.Lugd.3, 38.