διασᾰφέω
• Morfología: [tes. perf. part. v. pas. διεσαφειμένος IG 9(2).1229.34 (Falana II a.C.), ISE 99.23 (Cranón II a.C.)]
I tr.
1 hacer ver con claridad, mostrar claramente, poner de manifiesto c. ac. pred.
ὁ χρόνος αὐτὰς ... οὔσας κενάςE.Ph.398,
ἴσα δὲ ἀντὶ ἴσων ἑκάτερα τούτωνPl.Lg.733b,
μείζους ἢ ἐλάττους ὅρουςPl.Lg.916e, en v. pas.
τ]ῆς διασαφουμένης χέρσου ἱερᾶς γῆςde la tierra sagrada que está manifiestamente seca, IFayoum 152.28 (I a.C.), sin pred.
πᾶν τὸ κατεπεῖγονPlb.10.45.6,
οὔτε γὰρ ἡ φωνὴ διέσεως ... διάστημα δύναται διασαφεῖνAristox.Harm.19.17,
ταῦθ' αἱ διαθῆκαι διασαφοῦσινMacho 81,
τὸ εἰρημένονPlu.Crass.19,
τὴν παραβολήνEu.Matt.13.36, cf. Epicur.Fr.[60] 16, [97] 5, Eu.Matt.18.31, I.AI 18.333, Vit.Aesop.G 95, Aristid.Quint.107.15, Plot.6.6.16, en v. pas.
εἰ κατὰ τὴν ὑποκειμένην ὕλην διασαφηθείη (μέθοδος)Arist.EN 1094b12
•c. or. de inf.
χα]λεπὸν ... εἶναι το[ῦτοPhld.Lib.fr.25.9
•c. interr. indir.
εἴτε δώσει λόγον εἴτε μήPl.Prt.348b,
πότερον ... ἢ ...Thphr.Sens.81,
τίνος ἕνεκεν πάρεστινLXX 2Ma.3.9,
ὧντινων δὲ γονέων ... Ἀντιγόνῳ διασαφεῖD.L.4.46, cf. Phld.Po.5.16.24, D.Chr.12.43, Clem.Al.Strom.6.2.4
•c. complet.
διότι (εἰσί) βάρβαροι διασαφεῖ καὶ ὁ ὍμηροςStr.7.7.10, cf. ILampsakos 4.30 (II a.C.).
2 comunicar, informar de, hacer saber noticias, información
τὴν παρὰ σοῦ ἐπιστολήν, ἐν ᾗ διεσάφεις διασεσῷσθαι ἐγ μεγάλων κινδύνωνUPZ 60.5, cf. 59.7 (ambos II a.C.),
ἐὰν τολμήσωσι καὶ καταβῶσι ἐκτὸς τοῦ ἀσύλου, διασάφησόν μοιsi se atreven a salir del santuario, házmelo saber, UPZ 64.10 (II a.C.),
ὧν καὶ τὰ ὀνόματα [δια]σαφήτωσαν οἱ ἡγεμόνες τοῖς προέδροιςIEphesos 8.45 (I a.C.)
•establecer, determinar, especificar c. ac. implícito
καθὼς ὁ νόμος διασαφεῖLXX 2Ma.10.26, en v. pas.
καθότι ἐν τῇ παρὰ τοῦ βασιλέως ἐπιστολῇ διασεσάφηταιSB 8008.25 (III a.C.),
καθά[περ] ἐν τῷ ψηφίσματι διασαφεῖταιIG 9(2).1109.56 (Demetríade II a.C.),
τὸ ἐφ' ἑκάστου ὀνόματος διασαφούμενον πλῆθοςla cantidad especificada junto a cada nombre, PTeb.729 margen (II a.C.),
τὸ δὲ διασεσαφημένον ἐκφόριονPTeb.105.39 (II a.C.)
•en part. pas. mencionado, citado, susodicho
ὁ διασαφούμενος μου ἀδελφόςmi citado hermano, PTeb.785.9 (II a.C.), cf. PHels.31.28 (II a.C.),
ἐν τ]ῷ διασαφουμέν[ῳ] τόπῳIG 9(2).1109.81 (Demetriade II a.C.), cf. IFayoum 113.21 (I a.C.),
τὸ διασεσαφημένον δάνειονPTeb.818.20 (II a.C.), cf. ISE l.c.
II intr. expresarse o manifestarse con claridad, dar una información clara
Καλλίμαχον δὲ μᾶλλον διασαφοῦνταPlu.2.677a, cf. Vett.Val.334.10, c. περί y gen.
διασαφεῖ περὶ αὐτῶνArist.de An.404b1,
περὶ τῶν γεγονότωνPlb.3.87.4,
περὶ τούτωνPEnteux.12.11 (III a.C.),
περὶ τῶν δεδογμένωνD.S.11.17, cf. S.E.M.7.124, Vett.Val.96.2, c. ὑπέρ y gen.
ὑπὲρ ἧς ἀρτίως διεσαφήσαμενPlb.2.19.13, c. or. final
ἵνα ... ποιῶνται τὴν διεξαγωγήνPlb.4.26.3, cf. LXX 2Ma.1.18,
ὅπως ἐπιτελέσωμεν [πάντα τὰ κά]τα τὴν γῆνPEleph.18.3 (III a.C.).