διαστίλβω
brillar, relucir
αἵ τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιονAr.Pax 567,
πλοκαμῖσι διαστίλβουσιν ἄκανθαιAP 5.48 (Rufin.), cf. Arist.Mir.830a16, Plu.2.497e, Nonn.D.26.168, 42.420, Chrys.M.56.535, Pall.V.Chrys.11.118
•c. gen. brillar a través de
διαστίλβονθ' ὁρῶμεν ... πάντα τῆς ἐξωμίδοςvemos brillar todo a través de su túnica Ar.Fr.8.