διαρρήγνυμι
• Morfología: [aor. διέρηξε SEG 37.1001.14 (Lidia II/III d.C.); perf. part. διερρηχώς LXX 2Re.15.32]


I tr.

1 c. ac. de concr. desgarrar, rasgar, romper ἵππος ... διαρρήξασα χαλινόν Thgn.259, ἐπειδὰν ... διαρρήξῃ τὰς χορδάς Pl.Phd.86a, cf. Grg.484a, τὰ τέκνα ... τὴν γαστέρα τῆς μητρὸς διαρρήγνυσιν Arist.Mir.846b21, τούτους (πλαταμῶνας) Plb.10.48.7, τὴν ἀσπίδα D.S.17.20, ὀχῆας Triph.359, τὰ ἱμάτια LXX Le.21.10, Eu.Matt.26.65, Eu.Marc.14.63, Act.Ap.14.14, χιτῶνα LXX 2Re.l.c., Orph.H.19.16, Nonn.D.2.637, 9.254, πληγάς μοι ἐπήγαγεν καὶ τὴν ἐσθῆτα μου διέρ<ρ>ηξεν SB 7449.11 (V d.C.), τοὺς ἀνέμους ... διαρρηγνύντας τὰ σκάφη D.P.Au.3.1, las cadenas AP 5.230 (Paul.Sil.), fig. de pers. διαρρήξαντες ... τοὺς χαλινούς D.H.6.72, πάντα δεσμὸν πάθους καὶ σωματικῆς ἀνάγκης διαρρήξαντες Ph.1.76, de soldados διαρρῆξαι τὰς τάξεις I.BI 2.518, c. ac. y dat. instrum. μόγις ἂν λίθῳ ... διαρρήξειας (τὰς κεφαλάς) Hdt.3.12, πλευρὰν διαρρήξαντα τῷδε φασγάνῳ S.Ai.834, μιᾷ πληγῇ τὴν κεφαλήν σου διαρρήξω D.L.6.48, ἵππον (el caballo de Troya) ... ἀμφιτόμοισι διαρρῆξαι πελέκεσσιν Triph.254, νῆσον ὅλην τριόδοντι διαρρήξας de Posidón, Nonn.D.18.37
tb. en v. med. διά τε ῥήξασθαι ἐπάλξεις Il.12.308
en v. pas. ὥστε μὴ μόνον τὴν ἐσθῆτα <α>ὐτῆς διαραγῆναι ἀλλὰ καὶ σῶ[μα POxy.3620.13 (IV d.C.), cf. PMich.659.130 (VI d.C.), ὑδρηλαῖς νεφέλῃσι διερρήγνυντο κολῶναι Nonn.D.2.474
fig. de pers. romper en pedazos τοὺς μὲν ἀσθενεῖς καὶ λεπτοὺς ... ὑπὸ δὲ τῶν δυνατῶν καὶ πλουσίων διαρραγήσεσθαι Plu.Sol.5
part. perf. pas. subst. τὸ διερρηγμένον el roto, la brecha τοῦ τείχους Iul.Or.3.64c
tb. ref. a abstr. lo roto, lo discontinuo χρησιμώτερόν ἐστι ... τὸ συνεχὲς τοῦ διερρηγμένου es más útil lo continuo que lo discontinuo en la narración de una historia, D.S.1.3.

2 c. ac. de pers. destrozar, matar Ἀπφίαν ... διέρηξε SEG l.c., τὸν δὲ Βούσιριν ... διέρρηξεν D.Chr.8.32
c. ac. de abstr. destrozar, aniquilar ἰσχὺν βασιλέων διαρρήξω LXX Is.45.1.

3 jur. revocar ᾧ γε ἐξῆν διαρρῆξαι τὸ γενόμενον para el que (el testador) era posible revocar lo hecho (el testamento) Iust.Nou.107.2.

II intr.

1 en aor. med.-pas. romperse de un cristal μὴ πεσὼν διαρραγῇ Mesom.13.11, de una cuerda οὐκ ... ῥᾳδίως διαρραγῆναι Aen.Tact.18.14, τοῦ σχοινίου διαρραγέντος Hierocl.Facet.112
en perf. part. roto διερρωγυιῶν τῶν χορδῶν Pl.Phd.86a, ἀκεσαμένη πρῶτον τὸ διερρωγός Arist.HA 623a18, διερρωγὸς ὑπόδημα Plu.2.82b.

2 reventar en v. act. y med.-pas., de pers. y de anim. ἡ γαστήρ por causa de la comida, Hp.Int.42, cf. Ar.Pax 32, X.Cyr.8.2.21, Phoenicid.3, Thphr.HP 8.4.5, de un pez, Opp.H.2.210, διαρραγήσομαι voy a reventar Ar.Eq.340, cf. Men.Sam.475, Aesop.237, de un lagarto, Babr.41.1, como maldición διαρραγείης así reventaras Ar.Au.2, 1257, Ec.803, Pl.279, 892, κἂν διαρραγῶσί τινες τούτων aunque algunos de éstos revienten D.18.87, fig. de la tierra por un terremoto, D.C.68.28.1, c. part. διαρραγήτω χἄτερος δειπνῶν τις εὖ Anaxil.25, οὐδ' ἂν σὺ διαρραγῇς ψευδόμενος ni aunque revientes por mentiroso D.18.21, ἂν ... πίνων διαρραγείη Bio Bor.34, εἰ κωπηλατοῦντα διαρρήγνυσθαι δέοι Teles p.27, κἂν διαρραγῶσιν ἐπαινοῦντες aunque revienten aplaudiendo Luc.Hist.Cons.10, c. gen. de causa διαρρηγνύμενον ἀγαθῶν μυρίων Men.Fr.353, c. ὑπό y gen. ὅπως οἱ κόλακες ἐκεῖνοι διαρραγῶσιν ὑπὸ τοῦ φθόνου Luc.Tim.40, ἐμοὶ δὲ ὑπὸ τοῦ γλεύκους διαρρήγνυσθαι τὴν γαστέρα que mi estómago reviente por el moscatel Luc.Sat.22
rasgarse, desgarrarse τὰ στήθεα en una enfermedad de pulmón, Hp.Morb.3.7
irrumpir τοῦ δὲ ἥπατος ... ἡ χολὴ φλέγματος καὶ αἵματος πλησθεῖσα, διαρρήγνυται Hp.Int.29.