διαπόρησις, -εως, ἡ


1 duda, incertidumbre διαπόρησιν ἦγον ὑπὲρ τοῦ ... Plb.28.3.6, ἀναφέρει τῷ θεῷ τὴν διαπόρησιν Ph.2.171, cf. 483, μοι τὴν τοιαύτην διαπόρησιν ἔλυσεν ἡ ἱστορία Gr.Nyss.Hom.creat.41.13, cf. Ast.Am.Hom.1.9.1, ret. δ. δ' ἐστίν, ὅταν περὶ ἑνὸς πράγματος δύο ἢ καὶ πλείονας ἐννοίας ἔχωμεν Alex.Fig.1.21, cf. Sch.Er.Il.22.99-130, Hermog.Id.2.7 (p.361), Hdn.Gr.1.517, αἱ διαπορήσεις δὲ αἱ ἐν τοῖς σχετλιασμοῖς βαρύτητα ἔχουσιν Aristid.Rh.472, cf. A.D.Adu.124.13, Coni.227.14.

2 disparidad de opinión, controversia ἐν δὲ τῇ περὶ αὐτῶν διαπορήσει τοιάδε λέγομεν S.E.P.3.16.

3 apuro, turbación τῶν αἰδουμένων Aristaenet.1.15.48.