διαλανθάνω
• Morfología: [fut. διαλήσω Isoc.3.16]
1 intr. permanecer ignorado, pasar inadvertido c. part. pred.
διαλήσει χρηστὸς ὤνse ignorará que es honrado Isoc.l.c.,
ὁ Χαιρέας ... διαλαθών πως ... ἐς τὴν Σάμον ἐλθὼν ἀγγέλλει τοῖς στρατιώταιςTh.8.74,
ἔγνω ὅτι μᾶλλον οἷόν τε διαλαθεῖν κακῷ ὄντι ἐν δημοκρατουμένῃ πόλειX.Ath.2.20,
μήποτε γὰρ διαλανθάνει πᾶς ὁ κόσμος νοσέωνpues quizá no se te oculta que el mundo entero está enfermo Hp.Ep.17.4,
ἵνα διαλάθῃς ... τὴν ἀλήθειαν ἀποφεύγωνEust.Mon.Ep.328,
εἰ γὰρ τοιοῦτόν τι διαλάθοι τολμηθένpues si semejante osadía pasase inadvertida, PSI 285.11 (IV d.C., cf. BL 1.394), abs.
διαλαθὼν ἐσέρχεταιentra sin ser visto Th.3.25,
οἱ ἀδελφοὶ διέλαθονLXX 2Re.4.6,
οἰόμεναι [δι]αλαθεῖν καὶ μὴ ὑπέξειν [τ]ὸν περὶ τούτων λόγονBGU 1187.23 (I a.C.), cf. Longin.17.1,
περὶ το[ῦ διαλε]ληθότοςtít. de una obra de Crisipo, Phld.Stoic.Hist.11.5, D.L.7.198
•en v. med. mismo sent.
ὥστ' εἰ καί τις διαλαθέσθαι ἠβούλοιτ[οPKöln 186.6 (II a.C.).
2 tr., c. suj. de cosa y ac. de pers. permanecer ignorado para, escapar al conocimiento de
ἐπείπερ ἡγήσαιντο μηδὲν ἄν ποτε ὧν πράττοιεν θεοὺς διαλαθεῖνX.Mem.1.4.19,
τοῦτο ... μυριάκις μύρια ἔτη διελάνθανεν ἄρα τοὺς τότεeso (los progresos culturales) permanecieron ignorados para los de entonces durante miles y miles de años Pl.Lg.677d,
σὲ τοῦτο ... διαλέληθενPl.Euthd.278a,
οὐδὲ γὰρ ἐμὲ τοῦτο διέλαθενIsoc.1.44,
ἄλλο ἡμᾶς διέλαθενLuc.DMort.14.1, cf. Plu.2.961a.