διακόπτω
• Morfología: [v. pas. aor. διεκόπη Hp.Morb.4.50, Aph.6.19, X.An.4.8.11, D.54.41, Arist.HA 519b5, PTeb.857.2 (II a.C.) en BL 3.246]
A tr.
I de entidades unitarias
1 cortar en dos, partir gener. c. ac. externo
τὸν θῆραStesich.2.3A.,
διὰ δέρην ἔκοψε μέσσηνle seccionó el cuello por la mitad Anacr.80,
τὸν μοχλόνTh.2.4, cf. Plb.4.57.9, 8.29.9,
ταῖς ἀξίναις τὰ κλεῖθραX.An.7.1.17,
ὡς διακόπτειν ὅτῳ ἐντυγχάνοιενX.An.1.8.10, ref. a monedas bajas en metal que se cortan para ser inutilizadas por ser ilegales SEG 26.72.11 (Atenas IV a.C.), cf. Sud.s.u. διακέκοπται,
τοὺς δεσμούςPlb.3.46.8,
τὸν ἰσθμόν διακόψαιcortar el istmo, e.e. abrir un canal a través del istmo Str.1.3.18,
τὰ ... γέρραD.H.20.2,
τὰ νεῦραD.S.3.26,
ἓν τῶν ᾠῶνLuc.VH 2.40,
αὐτόν (μίτον)Paus.8.10.3, en v. pas.
τοῦ μοχλοῦ διακοπέντοςTh.4.111,
τὰ ... ἐξιόντα γίνεται σκληρὰ οὕτως ὥστε μόλις διακόπτεσθαι καὶ σιδήρῳArist.GA 775b35, cf. HA 616a26,
(θάλαττα) μέχρι βυθῶν διακοπτομένηdel paso del mar Rojo, Gr.Nyss.Bapt.Chr.226.20, c. ac. de rel.
διακοπεὶς χεῖραςPh.2.544, fig.
διακέκομμαι τὸ στόμαme dejas sin habla, me quedo asombrado Men.Sam.679
•cortar una cosa separándola de otra
τὸν ... βλάστονThphr.HP 4.15.1,
τὴν κεφαλήνLuc.DMeretr.13.5,
τὴν ῥίζανde un árbol, Plot.5.2.2, en v. pas.
ὅσα ... ἐκ τοῦ στελέχους καὶ διακοπτόμενα φυτεύεταιref. a sarmientos de vid, Thphr.HP 2.5.5
•fig.
ἡ τῆς ἀγάπης θερμότης ... πάντα ... διακόπτει τὰ τῷ θείῳ λυμαινόμενα σπόρῳel calor del amor siega todo lo que daña a la semilla divina Chrys.M.62.640.
2 c. ac. de partes del cuerpo hacer un corte en, herir
(τὸ ὀστέον)Hp.VM 11,
ὥστε τὸ ... χεῖλος διακόψαιD.54.8,
τὸ σκέλοςMen.Georg.48,
τὸ δέρμαPCair.Zen.80.5 (III a.C.),
ὅταν ... ὑποδήματα ... διακόπτῃ τοὺς πόδαςcuando las sandalias te hagan heridas en los pies D.Chr.9.8, en v. pas.
ὁκόσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος διακοπῇHp.Aph.6.50,
ὅσα δὲ τῶν ὀστέων ... διακοπέντα πάνυ εὐρέαlos huesos que presentan una fisura muy ancha Hp.VC 17,
διακοπεὶς ... ὑμήνArist.HA 519b5,
διακοπτόμενοιacribillados, llenos de heridas Plb.2.30.7, c. ac. de rel.
κύστιν διακοπείςHp.Aph.6.18, cf. D.54.41,
ὑπὸ τραυμάτων μηροὺς καὶ βραχίονας διακεκομμένοςPlu.Eum.7
•c. ac. de resultado abrir en v. pas.
τῶν δὲ ἑλκέων, ὅ τι μὲν ἂν ὀξέϊ βέλεϊ ... διακοπῇHp.Vlc.1.
3 romper
τὸ μέτωπονAnaxandr.42.69,
τὰ ὦτα ... τὸ ὕδωρ ... διακόπτειel agua revienta los oídos a los nadadores, Arist.Pr.960b14,
διακόπτοντος τοῦ ἀέρος (τὰς πομφόλυγας)al romper el aire las burbujas Arist.Pr.936b5,
οὐ δυνάμενοι τὴν κάτω χιόνα διακόπτεινno pudiendo romper la nieve de debajo Plb.3.55.4
•de ejércitos destrozar, derrotar
ὁ θεός, ἀπεβάλου ἡμᾶς καὶ διέκοψας ἡμᾶςSm.Ps.59.3
•en v. pas. ser destrozado, triturado
διακεκομμένα γλυκέαHp.Nat.Mul.34,
πάντα ... διεκόπτετο καὶ ὅπλα καὶ σώματαX.Cyr.7.1.31
•fig.
ἡ δὲ (δύναμις) τοῦ λέγειν ... διακόπτεταιsu capacidad oratoria queda resquebrajada D.19.340.
4 abrir una brecha o boquete en, horadar
τοῦ πλοίου τὸ ἔδαφοςD.32.5, cf. 16,
τὰ διακόπτοντα τὸ τεῖχοςlas (máquinas) que sirven para abrir brechas en la muralla Aen.Tact.32.7, cf. PErasm.4.11 (II a.C.), I.BI 5.186, 6.158,
διακόπτοντες τὸν κρύσταλλονArist.Mete.348b36,
τὸ χῶμαWilcken Chr.11.B.6 (II a.C.),
ὑπονόμους ... διακόπτοντεςhoradando galerías subterráneas D.S.3.12, en v. pas.
διακοπῆναι τὸν ... θη(σαυρόν)que había sido abierto un boquete en el granero, PTeb.l.c.
5 atravesar, abrirse paso por
ἡ ... βαρύτης ... τοῦ γλεύκους ... διακόπτουσα τὴν κοιλίανArist.Fr.220, cf. Thphr.HP 4.4.2, Theopomp.Hist.40,
ὕδωρ ἐστὶ τὸ διακόπτον πᾶντα τὰ ἀγγεῖαel agua es lo que perfora todos los recipientes Call.Fr.413,
τὸν ... χειμάρρουν ... διακόπτοντα τόπους ἠλιβάτουςPlb.4.41.9,
καὶ μὴ δύνασθαι τὰς τοῦ ἡλίου αὐγὰς διακόπτειν τὰ νέφηGem.6.18,
ἀνὴρ ... πάντ' ἰσθμὸν διακόψειun hombre atravesará todo el istmo, Orac.Sib.11.180
•frec. ref. a maniobras milit.
τὰς τάξεις τῶν ἙλλήνωνX.An.1.8.10, cf. Arr.Tact.16.7,
τὴν φυλακήνD.S.15.68,
τὸ ... πλῆθοςI.BI 2.329,
τὴν φάλαγγαI.BI 1.172, Plu.Pyrrh.7, Paus.4.25.8, Ach.Tat.3.13.5, en v. pas., X.An.4.8.11.
II de pers. o cosas previamente unidas
1 separar, dispersar
διέκοπτε γὰρ αὐτοὺς ... ὁ πολέμιοςpues el enemigo los mantenía separados Plu.Pomp.19, en formularios mágicos
διάκοψον τὸν δεῖνα ἀπὸ τοῦ δεῖναPMag.12.463, cf. Suppl.Mag.95re.14, en v. pas.
διεκόπησανfueron dispersados Eus.M.23.560A
•abs. crear separación, abrir brecha
οὐκ ... διέκοψεν ὁ θεὸς ἡμῶν ἐν ἡμῖνno abrió nuestro dios una brecha entre nosotros LXX 1Pa.15.13.
2 de palabras cortar, interrumpir, entrecortar
αἱ ἐπεμβολαὶ ... διακόπτουσαι τὸν λόγονHermog.Id.1.11 (p.294),
ἐάν τις τὸν ἑστῶτα ... διακόψῃ ... λόγονPh.1.93,
διακόπτει μου τὸν λόγον τὰ δάκρυαLib.Decl.14.3, en v. pas.
τὰ ... ἀλλήλων διακεκομμέναlas (frases) cortadas unas de otras, e.e. sin ningún nexo entre ellas Longin.19.2, cf. Corn.Rh.397,
ἡ τῆς φωνῆς συνέχεια ... διακόπτεταιAristid.Quint.49.8.
III fig. de abstr.
1 interrumpir, poner fin
τὴν ... συμμαχίανPlb.4.36.2,
τὰς ῥύσειςD.S.5.37,
τὴν φλυαρίανD.H.Comp.25.40,
τὴν φιλίανArr.Epict.2.22.33,
τὰς προφάσειςPlu.2.77a,
ἑορτήνLuc.Lex.11,
ῥῆσινLuc.Dom.14,
ὕπνονAel.NA 3.37,
εὔνοιανAel.NA 15.11,
τὴν κάκωσινVett.Val.110.24,
ἥν (τὴν ἡμέραν)Basil.M.30.260B,
τὴν ἀναγκαίαν ... γένεσινPhlp.in Ph.267.11,
τὴν κίνησινSimp.in Ph.1316.11, en v. pas.
ἡ περίοδοςArist.Rh.1409b9, del pulso, Gal.8.459,
τὰ πρὸς τὰς ἑταίρας ... διακόπτεται σωφρονισμοῖς τισινlas relaciones con heteras se liquidan con algunos escarmientos Plu.2.712c,
τὴν θανάτῳ ... διακοπτομένην ζωήνAthenag.Res.16.1, cf. Chrys.Iob 14.4,
οὐ ... (ἡ ἡμέρα) διακόπτεται νυκτίBasil.M.30.584C.
2 obstaculizar, poner trabas
τὰς διαλύσειςPlb.1.69.5,
τὴν ἐπιβολήνPlb.28.13.14, cf. D.S.11.43,
τὴν κρίσινI.BI 1.558,
τὰς συνθήκαςPlb.18.42.3.
B intr.
I
παρὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὰς ἀκτῖνας εἰς τὸ πέραν διακόπτεινPlacit.3.5.10 (= Anaximen.A 18), en maniobras milit.
τὸ ἱππικὸν ἐπεὶ διακόψειενX.HG 7.5.23,
πρὸς τὰς εἰσόδους τοῦ ἐρύματοςX.Cyr.3.3.66,
πρὸς βασιλέαLXX 4Re.3.26,
διακόψαν ἄχρι τοῦ διελθεῖνref. a una flecha, Luc.Nigr.37.
2 fig. tener éxito un remedio
μέλι ἔμβαλλε εἰς τὸ γάλα, ἵνα δύνηται διακόπτεινIG 42.126.16 (Epidauro II d.C.).
II en v. med. dispersarse ref. a un ejército
διεκόπτοντο ταραχῆς πεπληρωμένοιLXX 2Ma.10.30.