διαδρομή, -ῆς, ἡ
• Morfología: [dór. plu. gen. διαδρομᾶν A.Th.351]
I como n. de acción
1 carrera
εὐνοῦχος ἐκ κυνηγεσίης καὶ διαδρομῆς ὑδραγωγὸς γίνεταιHp.Epid.7.122,
τῆς διαδρομῆς αἰτίας (θανάτου) ... γενομένηςAntipho 3.4.4,
πλήρης ἦν ἡ πόλις θορύβου καὶ φώτων καὶ διαδρομῆςPlb.15.30.2, cf. D.S.20.15, Plu.Cor.30, Ages.31, Pel.12, ref. una maniobra de caballería, Sud.
•heleníst., como ejercicio de entrenamiento milit. para jóvenes y efebos
διαδρομὰς ἐτίθει τοῖς τε ἐφήβοις καὶ τοῖς νέοιςISestos 1.36, cf. 69 (II a.C.), SIG 694.56, OGI 764.48 (ambas Pérgamo II a.C.), Milet 1(9).368.18 (II/I a.C.),
ἐνόπλιοι διαδρομαίSud.
•fuga
ἁρπαγαὶ δέ, διαδρομᾶν ὁμαίμονεςA.l.c.
•
δ. ... σπιλάδοςráfaga de viento Plu.2.476a
•astr.
αἱ διαδρομαὶ τῶν ἀστέρωνlas estrellas fugaces Arist.Mete.341a33, Ptol.Tetr.2.14.10
•medic.
πνευμάτων διαδρομαίgases, borborigmo Dsc.5.45
•como síntoma
φρικώδης δ.escalofrío Philum.Ven.17.1,
νυγματώδηςSor.105.15, 114.10.
2 de una enfermedad difusión, propagación, contagio
ἐν σώματι προσκρουμάτων διαδρομὰς ὀξείας ἐχόντωνPlu.2.825d.
3 lapso de tiempo
τί ἡμέρα; ... δωδεκάωρος δ.Secund.Sent.4,
μετὰ τὴν τοῦ εἰρημένου χρόνου διαδρομήνCod.Iust.1.3.45.1b.
II concr.
1 paso de un jabalí
ὅπως ἂν ᾖ αὐτῷ ἱκανὴ δ.X.Cyn.10.8
•anat. conducto
τὰς διαδρομὰς τῶν πόρων ὀνομάζει στενωπούςLongin.32.5.
2 estanque usado como vivero de peces
ἰχθυοτρόφοςPlu.Luc.39.