δηριάω
• Morfología: [frec. ép. formas c. diéct.: pres. part. δηριόων A.R.1.493, 1.752, Opp.C.2.247, Q.S.4.472, 4.465, Nonn.D.36.466, en v. med. ind. 3a plu. δηριόωνται A.R.4.1729, Opp.H.2.555, Q.S.5.170, 3a du. δηριάασθον Il.12.421, A.R.2.89, imperat. 3a plu. δηριαάσθων Il.21.467, inf. δηριάασθαι Il.17.734, Q.S.1.333, 2.188, 5.421; impf. iter. δηριάασκον Opp.C.1.230, Q.S.5.443, en v. med. δηριόωντο Od.8.78, A.R.4.1767 (var.), Q.S.2.538, 4.255]
1 en cont. bélico, frec. en v. med. combatir, luchar
περὶ νεκροῦ δηριάασθαιIl.17.734, c. dat.
δυσμενέεσσιQ.S.2.188,
ἐμοὶ οὐ τλήσονται ἐναντία δηριάασθαιcontra mí no osarán combatir Q.S.1.333, cf. 4.164, 5.421, abs.
οἱ δ' αὐτοὶ δηριαάσθωνque combatan ellos mismos, Il.21.467, cf. 16.96, tb. en v. act.
νύκτας τε καὶ ἤματα δηριόωντεςQ.S.10.14,
Ἰνδοὶ ... μᾶλλον ἀριστεύουσι θαλάσσῃ ἢ χθονὶ δηριόωντεςNonn.D.36.466,
ἵστασο δηριόωνponte en pie y lucha Nonn.D.17.253,
ἄλλον δηριόωντα μόθος κτάνενGr.Naz.M.37.1482A
•ref. a anim., c. prep.
φορβάδος ἀμφὶ βοὸς ... δηριάασθονref. a toros, A.R.2.89,
κατ' ἀντία δηριόωνταιref. a peces, Opp.H.2.555,
εὐνῆς δὲ γάμων πέρι δηριόωνται (οἱ σαργοί)Opp.H.4.375,
Βουκεφάλας ὅπλοισιν ἐναντία δηριάασκενOpp.C.1.230
•fig. de los vientos
εὖτ' ἂν ... τρίβωνται πατάγοισιν ἐναντία δηριόωντεςcuando choquen con estrépito en su lucha frontal Orác. en Porph.Fr.338.16.
2 discutir, altercar
ἀμφ' οὔροισιIl.12.421, c. dat.
τεύχη, ὧν ἕνεκ' ἀφραδέως μέγ' ἀμείνονι δηριάασκεςlas armas por las cuales insensatamente disputaste con uno mucho mejor que tú Q.S.5.443, c. prep.
οἱ γὰρ ἄριστοι ἐπὶ σφίσι δηριόωνταιQ.S.5.170,
δη[ρ]ιᾷ δὲ Κύπρις ποτὶ παρθένον ἈτρυτώνηνOrác. en ZPE 8.1971.94 (Mileto II/III d.C.)
•abs.
ἄριστοι Ἀχαιῶν δηριόωντοref. a Odiseo y Aquiles Od.8.78,
βιβλιακοὶ χαρακῖται ἀπείριτα δηριόωντεςTimo SHell.786.2.
3 rivalizar, contender en un concurso deportivo o poético competir por un premio subst. οἱ δηριόωντες los contendientes
κάλλιον ἂν δηριώντων ἐνόστησ' ἀντιπάλωνPi.N.11.26, cf. Q.S.4.465, 472,
δύω δίφροι ... δηριόωντεA.R.1.752
•tb. en v. med.
κατ' ἀγῶνα ... νίκης πέρι δηριόωνταιA.R.4.1772,
ὑπὸ χείρεσι δ.luchar con las manos Q.S.4.255, en un rito
γυναῖκες ἀνδράσι δηριόωνταιA.R.4.1729.