δευτερουργός, -όν
1 secundario
πρωτουργοὶ κινήσεις τὰς δευτερουργοὺς ... κινήσεις σωμάτων ἄγουσιlos movimientos primarios (del alma) dirigen los movimientos secundarios corporales Pl.Lg.897a,
τῇ δευτερουργῷ καὶ ἐξημμένῃ ταύτης ζωῇop.
τῇ νοερᾷ καὶ καθαρτικῇ ζωῇOlymp.in Phd.2.8,
ὑπουργίαιde la mántica, Iambl.Myst.3.1,
δευτερουργοὶ τέχναιartes manuales Poll.7.6.
2 subst. ὁ δ. sastre remendón de ropa vieja, Poll.7.77.