δεξᾰμενή, -ῆς, ἡ
• Alolema(s): δεξαμένη Phryn.293


I 1receptáculo esp. de agua potable, cisterna, alberca, estanque δεξαμενὰς ὀρύξασθαι, ἵνα δεκόμεναι τὸ ὕδωρ σῴζωσι Hdt.3.9, cf. Democr.B 135, Arist.Col.794b31, CID 2.76.3.15 (IV a.C.), LXX Ex.2.16, D.S.2.9, SEG 13.521.204 (Pérgamo II a.C.), Str.5.3.8, D.C.48.51.2, PSI 66.4 (V d.C.), Hsch., PMichael.43.6 (VI d.C.), λάκκοι ... οὐρανίων καὶ ποτίμων δεξαμεναὶ ναμάτων Ph.1.287, cf. 1.455, I.BI 5.157, para asfalto, Hdt.6.119, para el baño (δεξαμενάς) τὰς μὲν ὑπαιθρίους, τὰς δὲ χειμερινὰς τοῖς θερμοῖς λουτροῖς ὑποστέγους περιτιθέντες Pl.Criti.117a, cf. PLond.1974.6 (III a.C.), Phryn.l.c., Gal.6.185
para peces vivero αἱ τῶν ἰχθύων δεξαμεναί M.Ant.7.3, cf. Ael.NA 12.30, μυραίνας ... ἐν δεξαμεναῖς τρέφων D.C.54.23.2
arq. τὴν θεῖαν δεξαμενήν el baptisterio de la basílica de Santa Sofía, Procop.Arc.3.24.

2 foso ἀνέστησεν ... θυσιαστήριον καὶ περὶ αὐτὸ δεξαμενήν I.AI 8.341, cf. AP 14.130, 131, 132 (todos Metrod.), τῆς δεξαμενῆς ἁπάσης τῆς ἐν τῷ θεάτρῳ ἐς πλοίου σχῆμα κατασκευασθείσης D.C.76.1.4.

3 esp. del cuerpo o de algunas de sus partes receptáculo, vaso φλέβες Democr.B 135, Hsch., ἡ ἔγγιστα δ. τοῦ αἵματος del ventrículo derecho, Hp.Cord.11, de las mamas, Ph.2.399, del vientre, Ph.1.305, 559, cf. 388, 389, de los órganos de los sentidos, Ph.1.334, ἡ μεγίστη δ., τὸ σῶμα Ph.1.647, διτταὶ δεξαμεναὶ πρὸς τὰς τῶν περιττωμάτων ἀποχετεύσεις Ph.1.29, cf. 1.174
fig. ποτήριον Φαραώ, ἡ δ. τῆς ἀνοίας καὶ ... μέθης Ph.1.685, αἱ τῆς ψυχῆς δεξαμεναί Ph.1.595.

4 de la materia como receptáculo de la forma τὰ τέτταρα γένη σειόμενα ὑπὸ τῆς δεξαμενῆς los cuatro elementos sacudidos por la materia Pl.Ti.53a, ἡ δὲ ὕλη ... δ. τις οὖσα μεταβολὴν ὑποδέχεται Aen.Gaz.Thphr.59.14.

II δεξαμεναί· †ἐπισκίαι Hsch.
• Etimología: Del part. de δέχομαι q.u., c. cambio de acent.