δεξίᾱμα, -ματος, τό
1 acuerdo, pacto
τὰ νῦν σύμφωνα δεξιάματαS.OC 619 (cód. pero cf. δεξίωμα).
2 lo que se recibe, regalo
ὦ χρυσέ, δ. κάλλιστον βροτοῖςE.Fr.324.1 (cód. pero cf. δεξίωμα).
τὰ νῦν σύμφωνα δεξιάματαS.OC 619 (cód. pero cf. δεξίωμα).
ὦ χρυσέ, δ. κάλλιστον βροτοῖςE.Fr.324.1 (cód. pero cf. δεξίωμα).