< δεκαείς
δεκαεννέα >
δεκαενάτη
,
-ης, ἡ
• Alolema(s):
δεκαένν-
Lyd.
Ost
.18
(
sc
. ἡμέρα)
el decimonoveno día
,
PZen.Col
.18.10 (III a.C.) en
Corr.Zen
.124, Lyd.
Ost
.l.c.