δειπνάριον, -ου, τό


colación, pequeña comida τὸ δ. ἀνθηρὸν ἦν, γλαφυρὸν σφόδρα Diph.64.1, cf. AP 11.10 (Lucill.), despect., Arr.Epict.4.1.55, Clem.Al.Paed.2.1.4.