δακτυλιογλύφος, -ου, ὁ


grabador de anillos δ. ... ἐν σιδήρῳ καὶ λιθαρίῳ διὰ τῆς ἐγ[γ]λυφῆς (ποιεῖ) Phld.Po.C 16.7, cf. Critias B 66, SEG 18.36A.138 (Ática IV/III a.C.), Gal.12.205, Poll.7.108, δακτυλιογλύφῳ μὴ ἐξεῖναι σφραγῖδα φυλάττειν τοῦ πραθέντος δακτυλίου D.L.1.57, del padre de Pitágoras, D.L.8.1, Sch.Pl.R.600b, Sud.s.u. Πυθαγόρας, cf. δακτυλόγλυφος.