γυμνοπερίβολος, -ον


despojado de ropa, desnudo ὁ Ἀλέξανδρος ... ὁρᾷ πάντας γυμνοπεριβόλους (los ascetas de la India), Ps.Callisth.104.20
sin manto μαστειγοφόρους ... ἐν ἐσθῆσι λευκαῖς γυμνοπεριβόλους SEG 38.1462.64 (Enoanda II d.C.).