γριφώδης, -ες
enigmático, oscuro como una adivinanza de Apolo
λοξὸς ὢν καὶ γ.Luc.ITr.28,
γριφώδη ... ταῦτα πεποιημέναref. a unos versos de Simónides, Ath.456c,
λόγοςHdn.Epim.16, cf. EM 241.34G., cf. tb. γριφοειδής.
λοξὸς ὢν καὶ γ.Luc.ITr.28,
γριφώδη ... ταῦτα πεποιημέναref. a unos versos de Simónides, Ath.456c,
λόγοςHdn.Epim.16, cf. EM 241.34G., cf. tb. γριφοειδής.