γιγαρτώδης, -ες


1 parecido a la pepita de uva τι μαλακόν Thphr.HP 3.17.6.

2 subst. τὸ γ. fig. desecho πυρώσω εἰς καθαρὸν τὸ γ. σου Thd.Is.1.25.