γεννήτρια, -ας, ἡ
engendradora, madre Sch.Er.Il.22.82-3
•fig. c. gen. causa, fuente de
δικῶν καὶ συκοφαντιῶνPhryn.PS 62,
παρρησία ... γ. ... πάντων τῶν παθῶνDor.Ab.Doct.4.52.
δικῶν καὶ συκοφαντιῶνPhryn.PS 62,
παρρησία ... γ. ... πάντων τῶν παθῶνDor.Ab.Doct.4.52.