< γενεθλιαλογέω
γενεθλιαλογικός >
γενεθλιαλογία
,
-ας, ἡ
arte de los horóscopos
,
astrología
I.
AI
18.216, Ptol.
Tetr
.1.2.18, Porph.
Ep.Aneb
.40.1, Iambl.
Myst
.9.1, Hierocl.
Prou
.172b.