βᾰθύδενδρος, -ον
• Prosodia: [-ῠ-]
de espeso bosque
χθώνLyr.Adesp.91.1,
ἙλικῶνPae.Delph.1, cf. Nonn.D.41.18, 45.159, 203,
τέμενοςNonn.D.13.184, 446,
βαθύδενδρα παρὰ σφυρὰ κυκλάδος Ἄρκτουdel Hindukush, Nonn.D.27.150.
χθώνLyr.Adesp.91.1,
ἙλικῶνPae.Delph.1, cf. Nonn.D.41.18, 45.159, 203,
τέμενοςNonn.D.13.184, 446,
βαθύδενδρα παρὰ σφυρὰ κυκλάδος Ἄρκτουdel Hindukush, Nonn.D.27.150.