βοτανίζω
agr. escardar
σκάλλειν καὶ βοτανίζεινThphr.CP 3.20.9, cf. PCair.Zen.635.9, 701.32 (ambos III a.C.), SB 9699.2.43 (I d.C.),
ὅταν δὲ ἀποσταχύῃ τὰ σπαρέντα, βοτανίσαι αὐτάGp.3.3.13, cf. en v. pas. 2.24.3.
σκάλλειν καὶ βοτανίζεινThphr.CP 3.20.9, cf. PCair.Zen.635.9, 701.32 (ambos III a.C.), SB 9699.2.43 (I d.C.),
ὅταν δὲ ἀποσταχύῃ τὰ σπαρέντα, βοτανίσαι αὐτάGp.3.3.13, cf. en v. pas. 2.24.3.