βλᾰβερός, -ά, -όν
I
βλαβερὸν τὸ θύρηφινHes.Op.365, h.Merc.36.
2 pernicioso, dañino, perjudicial def. como
τὸ βλάπτον τὸν ῥοῦν εἶναιPl.Cra.417d,
τοῦτό φασιν βλαβερὸν εἶναι(una maniobra táctica), Aen.Tact.22.13, de las cosas que son contra la naturaleza, Chrysipp.Stoic.3.35, cf. Epicur.Sent.Vat.[6]21,
βλαβερωτάτην πεποιημένος ἀπόφασινPlb.4.31.7,
ἄνευ δὲ τούτου (φρονήσεως) δύσχρηστα καὶ ἄκαρπα καὶ βλαβεράPlu.2.99f, de las diferencias que hay en la cualidad, Plot.6.1.12,
οὐ πάντως ἡ φυγὴ βλαβερόνD.Chr.13.8, cf. 10.17, 34.22,
ἡ ἀκρότης οὐδαμῶς βλαβεράAristid.Quint.85.25, cf. Gal.5.774, Plot.4.4.32, Vett.Val.73.29
•subst. τὸ βλαβερόν daño, perjuicio
op. τὸ συμφέρονDemocr.B 237,
op. ὠφέλιμονX.Cyr.8.8.14,
μεγάλων βλαβερῶν ἐπιγεγενημένωνen el funcionamiento de una máquina PTeb.725.5 (II a.C.),
τῆς ἔχθρας τὸ βλαβερώτατον ὠφελιμώτατον ἂν γενέσθαι τοῖς προσέχουσινPlu.2.87b
•añadiendo la noción de inmoralidad, unido a κακά y ἀνωφελέα y
op. τἀγαθάDemocr.B 175,
βλαβερὸν ἀκρασίαSeptem 4.12,
ὁ ἀκρατὴς τοῖς μὲν ἄλλοις β., ἑαυτῷ δ' ὠφέλιμοςX.Mem.1.5.3,
ἐμπίπτουσιν εἰς ... ἐπιθυμίας ... βλαβεράς1Ep.Ti.6.9
•en sent. fís. nocivo, perjudicial para la salud
τὰ δὲ κατὰ κοιλίην πολλοῖσι πολλὰ καὶ βλαβερὰ συνέβαινεHp.Epid.3.8, frec. c. dat.
ἐπιθυμία ... βλαβερὰ μὲν σώματι, βλαβερὰ δὲ ψυχῇref. la gula, Pl.R.559b,
τὸ ἴσην ἔχειν τοὺς ἀνίσους τροφὴν ἢ ἐσθῆτα βλαβερὸν τοῖς σώμασινArist.Pol.1287a15,
ὄμφαξ ὀδοῦσι βλαβερόνLXX Pr.10.26,
σιτίονPlu.2.94d,
κένωσιςGal.17(2).15.
II adv. -ῶς de forma perjudicial gener.
ἔχουσι ... φθονερῶς τε καὶ β.Pl.Phdr.243c,
πολλοὶ καὶ προσδιαλέγονται τοῖς ἐπταικόσιν, ἀλλ' ἀχρήστως, μᾶλλον δὲ β.Plu.2.599b,
τοῖς χρήμασι χρῆσθαι ... μὴ β.D.Chr.13.16
•en sent. fís.
ὠφελίμως πράξας ἢ β. ὁ ἰατρόςPl.Chrm.164b,
συμπίπτει γὰρ ὑπ' αὐτῆς (κενώσεως) τὸ σῶμα β.Gal.17(2).16.