βεβαιότης, -ητος, ἡ
1 firmeza, estabilidad
τῆς οὐσίαςPl.Cra.386a,
μετὰ ἡσυχίας καὶ βεβαιότητος ... ζῆνPl.R.503c,
ἐν τοῖς τρόποιςPl.Lg.735a,
θέσεωςPl.Lg.790b,
περὶ οὐδὲν ... ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων β.Arist.EN 1100b13,
προσώπουAq.Ps.59.6, cf. Sm.35.6.
2 seguridad, certeza
βεβαιότητα ἡγούμενος καὶ σαφήνειανPl.Phdr.277d
•garantía
ἐφρούρουν βεβαιότητος ἕνεκα τῶν ΜεγάρωνTh.4.66,
ποιησάμενοι ... πρὸς Ἀθηναίους ... βεβαιότηταTh.4.51, cf. Plu.Fab.19
•lealtad
ἔνδηλόν τι ποιεῖν τοῖς Ἀθηναίοις βεβαιότητος πέριTh.4.132.