βαβουτζικάριος, -ου, ὁ


licántropo ἡ δὲ καρδία αὐτοῦ (del lobo) ὀπτὴ ἐσθιομένη νῆστις λυκανθρώπους (τοὺς καὶ βαβουτζικαρίους) λεγομένους θεραπεύει Cyran.2.23.18, cf. Sud.s.u. ἐφίαλτης.