< αὐτοφαής
αὐτοφανής >
αὐτοφάνεια
,
-ας, ἡ
aparición
τὸ τῆς αὐτοφανείας ταύτης τυχεῖν
Procl.
in Ti
.1.302.3, cf. 3.20.24, 89.19.