αὐθαίρετος, -ον
I
θνατοῖσι δ' οὐκ αὐθαίρετοι οὔτ' ὄλβος οὔτ' ἄκναμπτος ἌρηςB.Fr.24.1,
πημοναίS.OT 1231,
ἔρωτεςE.Fr.339,
νόσοιE.Fr.292.4,
κίνδυνοςTh.1.144, 6.40,
εὐβουλίαTh.1.78,
θάνατοςX.HG 6.2.36,
λῦπαιMen.Fr.537.2,
δυστύχημαMen.Fr.486.1,
καταφθοράPlb.2.21.6,
τὸ καλόνPlu.2.1048d,
ἔφεσιςArist.EN 1114b6.
2 de pers. en la esfera pública voluntario, por propia decisión
ξένοςE.Supp.931,
στρατηγοίX.An.5.7.29,
ἄρχων στεφανηφόροςIG 12(5).660.9, 668.5 (ambas Siro III d.C.), cf. 12.Suppl.238.9 (Siro II d.C.),
γυμνασίαρχοςOGI 583.8 (Chipre I d.C.),
συνήγοροςPOxy.1242.10 (III a.C.),
νεοποιόςIEphesos 961.3, IP 8(3).30 (II/III d.C.)
•espontáneo
συντέλειαιD.C.52.6.3
•en fórmulas
ἑκουσίῳ καὶ αὐθαιρέτῳ γνώμῃpor voluntaria y propia decisión, PCair.Isidor.81.27 (III d.C.), cf. PN.York 20.19 (IV d.C.)
•como pred.
αὐ. ἐξῆλθε πρὸς ὑμᾶς2Ep.Cor.8.17.
II adv. -ως por propia voluntad, voluntariamente c. verb. de mov.
αὐ. προελθὼν εἰς τὴν ἐκλησ[ίανIPr.108.44 (II a.C.),
αὐ. ... προσῆγεLXX 2Ma.6.19
•c. verb. rel. c. funciones públicas
τελέσαντες τῇ πατρίδι αὐ.IM 163.17
•en fórmulas
ἑκουσίως καὶ αὐ.PLond.280.8 (I d.C.), POxy.2763.11 (III d.C.), PWisc.12.7 (IV d.C.).