αὐγασμός, -οῦ, ὁ


brillo, resplandor ἶριν γίνεσθαι κατ' αὐγασμὸν ἡλίου Placit.3.5.10 (= Anaximen.A 18)
fig. ὁ αὐγασμὸς τῆς δόξης τοῖς πεφωτισμένοις Cyr.H.Catech.6.29.