ἀντιπρακτικός, -ή, -όν
contraproducente
ἀντιπρακτικὸν δὲ τὸ ἀγανακτεῖν καὶ ἀποστρέφεσθαιM.Ant.2.1,
ἀντιπρακτικωτέρα δ' ἡ ἑφθήXenocr. en Orib.2.58.72.
ἀντιπρακτικὸν δὲ τὸ ἀγανακτεῖν καὶ ἀποστρέφεσθαιM.Ant.2.1,
ἀντιπρακτικωτέρα δ' ἡ ἑφθήXenocr. en Orib.2.58.72.