< Δολοπηΐς
Δολοπικός >
Δολοπία
,
-ας, ἡ
Dolopia
reg. cercana al Pindo, país de los dólopes, Th.2.102, Plb.22.18.4, Str.9.5.3, 17, St.Byz.s.u.
Δόλοπες
y
Ἐλλοπία
.