< δεραιοῦχος
Δεράνη Βίλλα >
Δεραμίς
,
-ίτος, ἡ
Deramis
epít. de Atenea
ICr
.1.16.26.8 (Lato II a.C.), cf. Δειράς, Δειραδιώτης
2
.