< Δαιδάλη
δαιδᾰλικός >
Δαιδαλίδης
,
-ου, ὁ
1
dedálida
,
del demo Dedálidas
,
SEG
38.114.3.123 (Atenas II a.C.), St.Byz.s.u.
Δαιδαλίδαι
.
2
οἱ Δαιδαλίδαι
Dedálidas
demo át. de la tribu Cecrópida
, Pherecyd.146, D.S.4.76, St.Byz.l.c.