< Βαρδυῆται
Βάρδυλλις >
Βάρδυλις
,
-ιος, ὁ
• Alolema(s):
Βαρδύλης
, -εω Arr.
An
.1.5.1
Bardulis
rey de Iliria del IV a.C., D.S.16.4, Luc.
Macr
.10, Arr.l.c.