< Βαργοντήιος
Βαργόσα >
Βάργος
,
-ου, ὁ
Bargo
1
río de Dardania y Mesia, actual Morava, otro n. de Μάργος q.u., Str.7.5.12.
2
n. de pers., Eun.
Hist
.65.4.