< Βρασίδας
Βρασίλας >
Βρασίδειος
,
-α, -ον
brasídeo
,
de Brásidas
Βρασίδειοι στρατιῶται
Th.5.67,
οἱ Βρασίδειοι
los soldados de Brásidas
Th.5.72.