< βουμέτρης
βουμολγός >
Βουμίλχαρ
,
-αρος, ὁ
• Alolema(s):
Βοαμίλκας
Plb.3.42.6
Bomilcar
sufeta de Cartago y padre de Hanón, III a.C., Plb.l.c., App.
Pun
.24.