< Βιθύαι
Βιθύας >
Βιθυανοπολίτης
,
-ου, ὁ
• Alolema(s):
Βιθυνο-
St.Byz.s.u.
Βιθυόπολις
bitianopolita
ét. de Bitiópolis, Arr.
Bith
.7.